Δευτέρα, Νοεμβρίου 14

Η δύσκολη συνέχεια για την ΕΕ και ο φιλοευρωπαϊκός πολιτικός λόγος

Έπειτα από τη ξεκάθαρη αμφισβήτηση του ευρωπαϊκού κεκτημένου μέσω δημοψηφίσματος από τον εθνολαϊκίστικο συνασπισμό που κυβερνά την Ελλάδα, το πρόσφατο Brexit και τη προχθεσινή επικράτηση του Ντ. Τραμπ στις ΗΠΑ, η ΕΕ εισάγεται αδιαμφισβήτητα σε μία πολύ κρίσιμη χρονιά εκλογικών και δημοψηφισματικών αναμετρήσεων, μετά την οποία πολύ δύσκολα θα παραμείνει ίδια.

Στην Ιταλία, η κυβέρνηση δέχεται πιέσεις από δεξιά, από όπου εγείρεται το αίτημα δημοψηφίσματος για έξοδο από την Ευρωζώνη, και από αριστερά, όπου αμφισβητούνται εντόνως οι μεταρρυθμίσεις Μόντι, συνεπώς, αν το επερχόμενο δημοψήφισμα του Δεκεμβρίου για τη συνταγματική αναθεώρηση δεν πάει καλά για τον Μ. Ρέντσι, όλα είναι πιθανά.

Στην Αυστρία, εν όψει των προεδρικών εκλογών στις αρχές του ’17, προβάλλεται ως φαβορί ο ακροδεξιός υποψήφιος.

Στην Ολλανδία, όπου τον ερχόμενο Μάρτιο διεξάγονται βουλευτικές εκλογές, το ακροδεξιό κόμμα προηγείται στις δημοσκοπήσεις.

Στη Γαλλία, μετά και τη νίκη Τραμπ, η Μ. Λεπέν έχει αποκτήσει υπολογίσιμη δυναμική για τις προεδρικές εκλογές της ερχόμενης άνοιξης και θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι θα περάσει στον δεύτερο γύρο.

Τέλος, τον Σεπτέμβρη του ’17 αναμένονται εκλογές στη Γερμανία, για αυτό η δημόσια θέση που θέλει τη χώρα να αποσύρεται από τη χρηματοδότηση του ελληνικού προγράμματος κερδίζει συνεχώς έδαφος.

Με αυτά τα δεδομένα, είναι περισσότερο από πιθανό, το τέλος του 2017 να βρει την Ένωση είτε πολύ πιο ενισχυμένη είτε σε κατάσταση ντε φάκτο διάλυσης.

Έχουμε ήδη πει πως δεν μπορεί η ΕΕ να φροντίσει τα μέλη της, αν κι εκείνα δεν φροντίζουν να την κρατούν ισχυρή. Σε πολιτικό επίπεδο, τούτο σημαίνει, το λιγότερο, να διαφυλάττουν το ευρωπαϊκό κεκτημένο, μέσω της εμπιστοσύνης τους στους υφιστάμενους ευρωπαϊκούς και τοπικούς- δημοκρατικούς θεσμούς.

Οι καιροί για τους λαούς της ηπείρου σίγουρα δεν είναι και οι ευκολότεροι, αλλά, όπως δεν γίνεται η Ελλάδα να βγει από την κρίση αν δεν υπερβούμε ως λαός, ως κοινωνία αλλά και ο καθένας μόνος του, τη θεσμική μας παρακμή, έτσι και η ΕΕ δεν θα βγει ενισχυμένη από την δική της κρίση αν δεν υπερβούν τα κράτη- μέλη της τον πειρασμό της εθνοκεντρικής εσωστρέφειας.

Είναι βεβαίως λογικό και αναμενόμενο το κάθε κράτος να κοιτάει το συμφέρον του σε περιόδους αβεβαιότητας, αλλά κανένας λογικός άνθρωπος δεν περιμένει μία ενδεχόμενη διάλυση της ΕΕ να μη συνοδευτεί και από δυσμενέστατες συνέπειες για τους λαούς της. Ομιλούμε δηλαδή για μία οιονεί αυτοκτονική τάση.

Και το σημαντικό που πρέπει να αντιληφθούμε είναι πως η ΕΕ δεν μπορεί να πληγεί από εξωτερικούς παράγοντες. Απόδειξη, η ανθεκτικότητα του κοινού νομίσματος. Μόνο τα ίδια της τα μέλη μπορούν να τη βλάψουν και, επί του παρόντος, όσο την κατηγορούν για τα εσωτερικά τους προβλήματα, τόσο την αποδυναμώνουν πολιτικά, οπότε τα ίδια πλήττονται ευκολότερα από την κρίση (βλ. Ελλάδα) και κατόπιν αμφισβητούν έτι περισσότερο την Ένωση κ.ο.κ.

Υπό αυτές τις συνθήκες, οι προαναγγελίες της Κομισιόν για ενίσχυση της Europol και της Frontex, αν και απαραίτητες, δεν φαίνεται να αρκούν για να αλλάξουν το κλίμα. Οι κατά τόπους φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις της ηπείρου έχουν δύσκολο έργο και ένας τρόπος αντίδρασης είναι να αρθρώσουν όσο το δυνατόν ξεκάθαρο ενιαίο πολιτικό λόγο, ακόμα κι αν περιλαμβάνει τα αυτονόητα. Άλλωστε, μία βασική αιτία που μεγάλο κομμάτι των δυτικών κοινωνιών ψηφίζει αντισυστημικά, είναι γιατί δεν πιστεύει πως θα χειροτερέψει η καθημερινότητά του.

Όπου «ξεκάθαρος» (ο φιλοευρωπαϊκός πολιτικός λόγος), κάποιοι θα πουν «κινδυνολογία»- έτσι γίνεται συνήθως όταν υπάρχει πραγματικός κίνδυνος- και όπου «ενιαίος», θα τον ονομάσουν «παρέμβαση στο εσωτερικό», αφού θα προϋποθέτει την έξωθεν (διακριτική μεν, σαφή δε) υποστήριξη τοπικών πολιτικών δυνάμεων.

Ωστόσο, με νεοναζιστικά μορφώματα να θεωρούνται κανονικά μέλη των κοινοβουλίων, τη ρατσιστική ρητορική να αρθρώνεται πλέον απροσχημάτιστα στον διεθνή πολιτικό λόγο και τον εθνικισμό να σχηματίζει ένα ισχυρό πανευρωπαϊκό ιδεολογικό μπλοκ, η πραγματική παρέμβαση είναι στη καρδιά του ευρωπαϊκού ιδεώδους.

Με άλλα λόγια, οι συνθήκες βρίσκονται πια υπεράνω των ταμπού περί «εσωτερικών παρεμβάσεων» και λοιπών καθωσπρεπισμών. Κι αν δεν έχουμε πραγματικά ενωμένη σε πολιτικό επίπεδο Ευρώπη, έχουμε ξεκάθαρο πλέον τον αντίπαλό της, οπότε, τώρα, δεν έχουμε επιλογή από το να την αποκτήσουμε. Η εναλλακτική είναι η διάλυση του τρόπου ζωής μας εις τα εξ ων συνετέθη.

Μιχάλης Δεμερτζής

Ιδρυτικό Μέλος Ευ.Με.ΣΥΝ - Τομεάρχης Θέσεων

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου